Journey to Western Greece

 

Το οδοιπορικό μου στην Ιβηρική είχε μόλις ολοκληρωθεί, όταν μια απρόσμενη συγκυρία δημιούργησε στο μυαλό μου τον καινούριο προορισμό: Δυτική Ελλάδα. Δύο φίλοι και εγώ καταστρώσαμε ιδιαίτερα σύντομα το πλάνο και μέσα σε μία εβδομάδα ήμαστε στον δρόμο. Το γεγονός ότι το ταξίδι ήταν εντός Ελλάδας, μας έκανε να εμβαθύνουμε λιγότερο από ό,τι συνήθως σε έρευνα, όπως και το ότι η διαμονή μας θα συμπεριελάμβανε φιλικά σπίτια και υπαίθρια ανάπαυση. Continue reading “Journey to Western Greece”

Κιμωλια

Έτοιμος. Για την ακρίβεια σχεδόν έτοιμος. Τελευταίες ώρες πια σ’αυτό το σπίτι.

“Πότε πέρασαν τρία χρόνια…”, συλλογιέται. Επιχειρεί να μετρήσει πόσα σπίτια έχει αλλάξει μέχρι τώρα. Ίσως περισσότερα από είκοσι.

Δεν είναι σίγουρος τι είναι αυτό που τον κάνει να αποχωρίζεται αδιάκοπα. Όχι, δεν βαριέται- άλλωστε κάθε τόπος δεν είναι αρκετός ούτε για μια ολόκληρη ζωή. Και όχι τόσο ο τόπος όσο οι άνθρωποι.

Είναι μερικές φορές σαν να προκαλεί τον εαυτό του. Σαν να λέει: “Καλά ήταν αλλά μπορείς και καλυτέρα. Πάμε πάλι…” Άλλωστε οι πρώτες οι φορές, οι δύσκολες, πέρασαν. Πλέον ξέρει τις συμβουλές, τις λύπες, τις ελάχιστες πραγματικές ευχές. Κάθε φορά σιγοψιθυρίζει: “Η ζωή μου είναι ταξίδι ή ταξίδι είν’ η ζωή μου;”

Ψάχνει να βρει την κιμωλία που του χάρισε κάποτε ο πατέρας του.  “Εδώ γιε μου, εδώ, βάλε το σημάδι σου στο παντοτινό σου σπίτι!”  Πού να ’ξερε ο καημένος ο γέρος του ότι οι λέξεις «για πάντα» ήταν οι μοναδικές που έκαναν τον γιο του ν’ ανατριχιάζει. Συνεχίζει να ψαχουλεύει μέσα στις τσέπες του και ξάφνου μειδιάζει. “Εδώ είσαι! Είπα και γω, λες να σε ’χασα; Οι παραδόσεις, αυτές τουλάχιστον, πρέπει να μένουν!”

Όλα είναι έτοιμα. Κατεβαίνει από τη μηχανή, στέκει στην πόρτα…Χαμογελά.

kimolia

Agio Farago

agiofarago

Πάνε πολλά χρόνια από την τελευταία φορά. Πρέπει να ‘ταν πέντε χρονών, ακουμπισμένος στους ώμους του πατέρα του, χάζευε από ψηλά τη θέα της θάλασσας. Το μονοπάτι δεν υπήρχε τότε, μόνο κάτι βοσκοί είχαν βαλθεί να ανακαλύψουν τι βρίσκεται πίσω από το φαράγγι. Το φαράγγι του Άγιου…

Σιγοψιθύριζες και άκουγες τη φωνή σου να διαχέεται, να αντιλαλεί στο κάποτε υποθαλάσσιο περιβάλλον. Θυμάται τα αστέρια, δεν είχε ξαναδεί ποτέ του τόσο γεμάτο ουρανό με φωσφορίζοντα ¨λαμπάκια¨, όπως τα αποκαλούσε τότε. Και δίπλα, ο θείος του, να του διηγείται ιστορίες για θεούς και τιτανομαχίες.

Πάνε πολλά χρόνια… Τώρα φτάνει μόνος του να δει τη θάλασσα που ξεπροβάλλει στο βάθος… Το μονοπάτι, στρωμμένο πλέον, τον βοήθα να τη φτάσει. Ο ήλιος έχει σχεδόν πέσει, ακουμπάει το παγκάκι με τη γερασμένη ελιά, βλέπει το ξωκκλήσι στο αριστερό του χέρι, τον ξύλινο σταυρό, τα γράμματα στους τοίχους. Αισθάνεται την άμμο στα πόδια του. Ακούει φωνές, ακούει τον ξαδέρφό του να τον καλεί να παίξουνε στη θάλασσα, βλέπει ανθρώπους, τον θείο και τον πατέρα του να παίζουνε πρέφα, του έρχονται μυρωδιές, οσμίζεται το φαγητό που ετοιμάζει η μάνα του, κοιτάζει ψηλά τα αστέρια, τα αστέρια και οι αναμνήσεις του δεν θα χαθούν ποτέ…

Agiofarago (2009)