Πέφτω. Όχι από μόνος μου. Μας σπρώχνουν. Δεν μας ρωτούν αν ξέρουμε κολύμπι. Μας λένε πως δεν φταινε εκείνοι. Αυτοί εκτελούν απλά τις οδηγίες των άλλων…
-“Μα εγώ εσένα έβαλα καπετάνιο, εσένα πλήρωσα να με πας το ταξίδι…Εσύ γιατί δεν πέφτεις;”
Καμία απάντηση. Μόνο ήχοι και φωνές ανθρώπων που πολεμούν να κολυμπήσουν. Μα δεν μπορούν. Πνίγονται και δεν μπορώ να κάνω κάτι για να τους βοηθήσω. Σκοτάδι, τα νερά μαύρα. Όλα φαίνονται μαύρα, καμιά ελπίδα…
Κάποιος φωνάζει:”Εδώ πατώνω! Εδώ βλέπω! Εδώ θα κάτσω!”. Μεμιάς όλοι ξαποσταίνουν. Κι όμως βλέπω ένα πέρασμα, έναν βράχο… Τα νερά πάλι μαυρίζουν…
“Πού ετοιμάζεσαι να πας;” μου λένε οι δίπλα μου. “Θα πνιγείς σαν τους υπόλοιπους και συ. Κάτσε εδώ, πατώνουμε. Θα επιζήσουμε!”
Το σκέφτομαι. Αναλογίζομαι αν μπορώ να τα καταφέρω. Θα ‘ρθει η παλίρροια. Κι όταν έρθει τότε κανείς τους δεν θα πατώνει… Τους το λέω. Δεν ακούνε. Μου λένε πως τρελάθηκα από τα χρώματα της Δύσης. Μου λένε κι άλλα, μα όσο περνά η ώρα, τόσο λιγότερα ακούω. Είναι πλέον μακριά μου.
Κολυμπάω…
2009